Σελίδες

Κυριακή 14 Απριλίου 2013

Ανακοίνωση του Δ.Σ. της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη

Η Ελλάδα πρέπει να σεβαστεί την αρχή της μη επαναπροώθησης
κατά την έκδοση των προσφύγων/αιτούντων άσυλο
Αθήνα 14.4.2013

Τους τελευταίους μήνες οι ελληνικές διωκτικές αρχές συλλαμβάνουν Τούρκους πολίτες αιτούντες άσυλο, με σκοπό την έκδοσή τους στην Τουρκία, βάσει «ερυθρών αγγελιών» της Interpol. Η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη εκφράζει τη βαθιά ανησυχία της για τις ενέργειες αυτές, καθώς η έκδοση αιτούντων άσυλο στις αρχές της χώρας από την οποία έχουν διαφύγει, ενδέχεται να τους εκθέτει σε σοβαρότατους κινδύνους για τη ζωή και την ελευθερία τους, παρά τις διεθνείς συμβατικές δεσμεύσεις του ελληνικού κράτους.
Τόσο το δίκαιο της έκδοσης[1] όσο και το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων ορίζει ότι η έκδοση απαγορεύεται, αν το εκζητούμενο πρόσωπο - είτε είναι πρόσφυγας/αιτών άσυλο είτε όχι - κινδυνεύει να διωχθεί για αδικήματα άλλα από αυτά για τα οποία ζητείται η έκδοσή του, αν στην ποινική του δίωξη υποκρύπτεται δίωξη για πολιτικά αδικήματα[2] ή διάκριση εις βάρος του για πολιτικούς ή άλλους λόγους ή αν δεν έχουν τηρηθεί ή δεν θα τηρηθούν οι θεμελιώδεις εγγυήσεις μιας δίκαιης δίκης[3]. Ομοίως, οι αρχές θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να αρνούνται την έκδοση όταν υπάρχουν ανθρωπιστικοί λόγοι, λόγω της ηλικίας ή της κατάστασης της υγείας του εκζητούμενου προσώπου.
Παράλληλα, η έκδοση απαγορεύεται απόλυτα όταν το εκζητούμενο πρόσωπο κινδυνεύει να εκτεθεί σε κίνδυνο βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, ανεξάρτητα αν χαρακτηρίζεται ως επικίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια ή αν κατηγορείται για εγκλήματα τρομοκρατίας[4]. Ως jus cogens του διεθνούς δικαίου η απαγόρευση των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης μεταχείρισης δεσμεύει όλα τα κράτη και εφαρμόζεται σε όλες τις συνθήκες, ενώ διαβεβαιώσεις του εκζητούντος κράτους ότι δεν θα υποβάλει το πρόσωπο σε τέτοια μεταχείριση δεν επαρκούν για να απαλλάξουν τις αρχές της έκδοσης από τις διεθνείς τους δεσμεύσεις. Ακόμα δε και αν το εκζητούμενο πρόσωπο είναι πρόσφυγας που αποκλείστηκε από τη διεθνή προστασία λόγω τέλεσης εκ μέρους του ενός σοβαρού μη πολιτικού αδικήματος, η απαγόρευσή της έκδοσής του είναι απόλυτη, εφόσον συντρέχουν οι παραπάνω περιστάσεις.
Ειδικότερα, όταν το πρόσωπο του οποίου ζητείται η έκδοση είναι πρόσφυγας/αιτών άσυλο, την προστασία από την απομάκρυνσή του σε μια χώρα όπου η ζωή και η ελευθερία του θα τεθούν σε κίνδυνο, επιβάλλει και η αρχή της μη επαναπροώθησης όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 33 παρ.1 της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων και στο διεθνές εθιμικό δίκαιο. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, κανένα κράτος δεν θα επιστρέφει έναν πρόσφυγα στα σύνορα χώρας όπου έχει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω της εθνικότητας, της φυλής, της θρησκείας του, των πολιτικών του πεποιθήσεων ή της συμμετοχής του σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα. Συναφώς, κατά τη διαδικασία της έκδοσης, θα πρέπει να εξετάζεται αν η ποινική δίωξη ή η καταδίκη για την οποία ζητείται η έκδοση, υποκρύπτει δίωξή του προσώπου υπό τη Σύμβαση της Γενεύης ή στηρίζεται σε κατασκευασμένες κατηγορίες εναντίον του ή είναι αποτέλεσμα υποβολής του σε διαδικασίες που δεν πληρούν τα εχέγγυα μιας δίκαιης δίκης[5].
Άλλωστε, η σύγκρουση μεταξύ των υποχρεώσεων που έχουν τα κράτη υπό το δίκαιο της έκδοσης και υπό τις διεθνείς συμβάσεις προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα πρέπει να επιλύεται υπό τα άρθρα 55 και 56 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών που επιβάλλουν στα κράτη να προωθούν και να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά και το άρθρο 103 που ορίζει ότι σε περίπτωση σύγκρουσης, οι υποχρεώσεις των κρατών υπό το Χάρτη υπερισχύουν. Συνεπώς, οι αιτούντες άσυλο προστατεύονται από την έκδοσή τους καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας καθορισμού του καθεστώτος του πρόσφυγα[6].
Προκειμένου, άρα, οι ελληνικές αρχές να μην παραβιάζουν τις ως άνω δεσμεύσεις διεθνούς προστασίας και να τηρούν τις ουσιαστικές και διαδικαστικές εγγυήσεις που αυτές συνεπάγονται, η οριστική κρίση τους επί του αιτήματος ασύλου του εκζητούμενου προσώπου θα πρέπει να προηγείται της απόφασής τους για την έκδοσή του, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές ανάγκες προστασίας που έχουν οι αιτούντες άσυλο. Η σύλληψη και η κράτηση Τούρκων αιτούντων άσυλο, και δη κατά την προσέλευσή τους στις αρχές προκειμένου να εξετασθούν για το αίτημά τους ή να ανανεώσουν το δελτίο αιτούντος άσυλο, όχι μόνο τους εκθέτει σε κίνδυνο παραβίασης των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους, αλλά υπονομεύει την εμπιστοσύνη τους ότι μετά από πολλά έτη αναμονής το κράτος υποδοχής θα τους εγγυηθεί τη διεθνή προστασία που δικαιούνται. Ειδικά, όταν στην πλειοψηφία τους ισχυρίζονται αποδεδειγμένα ότι έχουν υποστεί βασανιστήρια ή κακομεταχείριση στη χώρα καταγωγής τους και πάσχουν από σοβαρές ασθένειες.


[1] Ενδ. Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως, 1957.
[2] Στην απόφαση  Khaydarov v. Russia (no. 21055/09), 20.05.2010, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι ότι η έκδοση του αιτούντα θα συνιστούσε παραβίαση του άρθρου 3 ΕΣΔΑ και ότι τα ρωσικά δικαστήρια δεν είχαν επιμελώς ελέγξει τον ισχυρισμό του ότι η ποινική του δίωξη υπέκρυπτε δίωξη για πολιτικούς λόγους αντεκδίκησης.
[3] Όπως για παράδειγμα, αν το εκζητούμενο πρόσωπο έχει ομολογήσει την τέλεση αδικημάτων κατόπιν βασανιστηρίων. Στην απόφαση Omar Othman v. UK, (no 8139/09), 17.1.2012, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η χρήση αποδεικτικών μέσων που αποκτούνται με βασανιστήρια κατά τη διάρκεια μιας ποινικής δίκης ισοδυναμούν με κατάφορη παραβίαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ.
[4] Στην απόφαση Soering v. United Kingdom (07/07/1989) κρίθηκε ότι η έκδοση θίγει το άρθρο 3 ΕΣΔΑ, αν υπάρχουν σημαντικοί λόγοι για να θεωρηθεί ότι αν το συγκεκριμένο πρόσωπο εκδοθεί, αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Επίσης, βλ. Cruz Varas v. Sweden, (no 15576/89), 20.3.1991, Mamatkulov and Abdurasulovic v. Turkey, (nos. 46827/99 & 46951/99), 6.2.2003.
[5]βλ. Μεταξύ άλλων τις αποφάσεις: Συμβ. Εφ. Θεσ/νίκης, 17/5/1993, 337/1993 και 10/6/1993, 382/1993, όπου δεν έγινε δεκτή η έκδοση δύο Τούρκων υπηκόων, International Journal of Refugee Law (1995) IJRL/0227- 0228, 7:3, σ. 514–517). Επίσης βλ. ΕΔΔΑ, Bilasi-Ashri v. Austria, (no. 3314/02) 26/11/2002.
[6] Εκτενή ανάλυση σε «Κατευθυντήριες Οδηγίες για την Έκδοση και τη Διεθνή Προστασία των Προσφύγων», Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες, Γενεύη, Απρίλιος 2008,  και UNHCR, The Interface between Extradition and Asylum, Sibylle Kapferer,  PPLA/2003/05 November 2003.

Το Δ.Σ. της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη  

http://www.hlhr.gr/details.php?id=761